Ο διάδρομος
Ξυπνάς σ’ έναν μαύρο διάδρομο που φωτίζει η σκόνη
απ’ έναν ήχο, σα να σπάζει μάρμαρο
και στο χέρι κρατάς μια χρυσή βαριοπούλα
μα πριν προλάβεις να νιώσεις τη μεγαλοσύνη και τον σκοπό της στο χέρι σου
πέφτει ένα θολό φως στο διάδρομο να σηκωθείς
και φαίνονται καμπύλες φλούδες άσπρες και λες
Είναι αγάλματα!
Ήταν όλα τους σε τάξη και το καθένα είχε αρπάξει τη μορφή σου
από τη γέννα μέχρι το βαθύ σου το γήρας
κακότεχνες κατασκευές θα πεις
σμιλεμένο το ψέμα χωρίς το ίχνος μιας λαχτάρας πάνω τους
Κι αρχίζεις την τίμια δουλειά με μανία
γκρεμίζοντας τα όσα χτίστηκαν ερήμην σου
αλλά με τη μορφή σου αναμφίβολα – το πατρόν που δε φύλαξες ποτέ!
Και σπάζεις και σπάζεις και σπάζεις
και φεύγει με ρυθμό σταλάγματος το βάρος που πέτρωσαν στο στήθος σου
και συ σε μια στιγμή το χάιδεψες για την τόση στερεότητά του…
Και έρχεται η στιγμή των θραυσμάτων!
Τα κομμάτια μιας άναρχης ομορφιάς που σε κατακλύζει
και πόση αλήθεια λένε τα κομμάτια από μόνα τους!
Φτάνεις στο τέλος του διαδρόμου και η σκόνη σαλεύει γρήγορα τώρα
που μεσολάβησε η δράση
και ξεκουράζεται το βλέμμα σου
στον ορίζοντα μιας δικής σου χειροποίητης καταστροφής
και ξαπλώνεις έμπλεος δικαιοσύνης στο διάδρομο χάνοντας τις ανάσες σου
και βλέπεις που σε περικυκλώνουν κάποιοι κ’ αρχίζουν να γελούν γλυκά
με το έργο σου τα μάτια σου αρχίζουν
να κλείνουν οι σκοτεινές αυλαίες των βλεφάρων σου
Προλαβαίνεις όμως
ν’ αντικρίσεις τη διαδικασία της επανασυγκόλλησης που κάνουν μόνα τα κομμάτια.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου